Η στέβια προέρχεται από τα υψίπεδα της Παραγουάης στα σύνορα με την Βραζιλία. Η στέβια (Stevia rebaudiana Bertoni) είναι ένα πολυετές, ποώδες και πολύκλαδο φυτό, με μορφή μικρού θάμνου, που στο στάδιο συλλογής έχει βλαστούς ημιξυλώδεις και ύψος 50-60 εκατοστά.
Έχει επιπόλαιο ριζικό σύστημα το πρώτο έτος αλλά
βαθύ τα επόμενα έτη. Τα φύλλα είναι απλά, άμισχα, αντίθετα, με μήκος 2-3
έως 5-8 εκ. και πλάτος 1-2 έως 3-4 εκ, ανάλογα με το βιότυπο. Τα άνθη
είναι σωληνοειδή και ανά 5 σε κεφαλή (Οικογένεια χαμομηλιού, Σύνθετα). Ο
καρπός-σπόρος είναι μικρός, κυλινδρικός όπως στο χαμομήλι. Η στέβια ζει
ή καλλιεργείται, αλλού ως ετήσιο και αλλού ως πολυετές φυτό, ανάλογα με
τις κλιματικές συνθήκες (θερμοκρασίες χειμερινή περίοδο). Η έρευνα του
Π. Θεσσαλίας και του ΚΕΤΕΑΘ ως τώρα δείχνει ότι η στέβια στην Ελλάδα
μπορεί να έχει παραγωγική ζωή 3-7 χρόνια.
—Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος, Εργαστήριο Ζιζανιολογίας
Η στέβια χαρακτηρίζεται από πολλούς ως “το φυτό της νέας χιλιετίας”
και η στεβιοζάχαρη ως “η ζάχαρη του μέλλοντος”. Η “ζάχαρη της στέβιας”
διαφημίζεται σήμερα ως “φυσική γλυκαντική ουσία με μηδέν θερμίδες”.
Η στέβια είναι ένα εντελώς καινούργιο είδος φυτού για την Ελλάδα,
άγνωστο στη χώρα μας μέχρι το 2005 όταν το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και
αργότερα το ΚΕΤΕΑΘ, άρχισε συστηματική επιστημονική έρευνα σε όλη την
Ελλάδα την οποία και συνεχίζει σε συνεργασία με διάφορους φορείς.
—Χρήσεις στέβιας
Η στέβια στον τόπο καταγωγής της χρησιμοποιούνταν από τις τοπικές φυλές των Ινδιάνων, οι οποίοι γνώριζαν τις μοναδικές ιδιότητές της ως ισχυρό γλυκαντικό, θεραπευτικό και “μαγικό” βότανο για πάρα πολλά χρόνια πριν το πρώτο ταξίδι του Κολόμβου στο ‘’νέο κόσμο’’.
Σήμερα η κύρια χρήση της στέβιας είναι οι φυσικές γλυκαντικές ουσίες
Στεβιοσίδη, Ρεμπαουδιοσίδη, κ.α. οι οποίες εξάγωνται από τα φύλλα της,
χλωρά, ή ξηρά. Η Στεβιοσίδη και Ρεμπαουδιοσίδη μόνες τους ή μαζί
(στεβιοζάχαρη) είναι μία λευκή, μικροκρυσταλλική ουσία όπως και η κοινή
ζάχαρη, αλλά με μηδέν θερμίδες και 200-450 φορές ποιο γλυκιά, ανάλογα με
την συγκέντρωση κάθε μιας από τις γλυκαντικές ουσίες.
Μπορεί να αντικαταστήσει τόσο την κοινή ζάχαρη σε
οποιαδήποτε χρήση της, έχοντας όμως πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα από
την γνωστή μας ζάχαρη όσο και τις συνθετικές γλυκαντικές ουσίες (δεν
έχει παρενέργεις που αποδίδονται σε αυτές). Οι αναλύσεις έδειξαν ότι η
στέβια περιέχει πάνω από 100 οργανικές και ανόργανες ουσίες, τις οποίες
χρησιμοποιεί ο ανθρώπινος οργανισμός.
Μερικές άλλες πολύ χρήσιμες φυσικές χημικές ουσίες της στέβιας είναι
οι φυτοστερόλες (Ιατρική), η γιββερελλίνη (φυτοορμόνη) η χλωροφύλλη
(φυσική χρωστική), βιταμίνη Α και C, φλαβονοειδή, αντιοξειδωτικά, κ.α.
Οι μεγαλύτεροι χρήστες της στεβιοσίδης είναι η βιομηχανία
τροφίμων-ποτών–ζαχαροπλαστική (υποκαθιστά τη ζάχαρη και την πράσινη
χρωστική) και η Ιατρική (για τους διαβητικούς τύπου 2), Χρήση της
στεβιοσίδης σινιστάται για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και της
τερηδόνας των δοντιών.
Ήδη πολυεθνικές εταιρείες έχουν κατοχυρώσει 24 διαφορετικές χρήσεις
της στέβιας και πήραν έγκριση για χρήση στις Η.Π.Α. (και σύντομα σε
άλλες χώρες) για διαιτητικά αναψυκτικά. Στην Ελλάδα Εταιρεία αναψυκτικών
κυκλοφορεί ήδη λεμονάδα και πορτοκαλάδα με στέβια. Σε άλλες χώρες
στεβιοζάχαρη χρησιμοποιείται σε παγωτά, μαστίχες, καραμέλλες,
οδοντόπαστες, υγρά καθαριότητας, κ.α.
Τα φύλλα χρησιμοποιούνται ως χλωρά, ξηρά τριμμένα ή αλεσμένα ή το
εκχύλισμα τους. Τα στελέχη και τα υπολείμματα των φύλλων μετά την
εξαγωγή της ‘’ζάχαρης’’ αποτελούν ζωοτροφή.
—Ιδιότητες στέβιας – Δοξασίες
Η στέβια είχε πολύ σημαντικό διατροφικό, ιατρικό, θεραπευτικό και εθνοβοτανικό ρόλο στις παραδόσεις, δοξασίες
και ιεροτελεστίες των λαών στους τόπους καταγωγής της (ιθαγενείς
Guarani, Mestizos) Η στέβια με τις διάφορες μορφές της, φύλλα,
εκχυλίσματα, γλυκαντική ουσία, έχει πολλές βιοχημικές ιδιότητες
Στη στέβια αποδίδονται διάφορες ιδιότητες όπως καρδιοτονωτική,
ρύθμιση σακχάρου στο αίμα, αντιυπερτασική, διαστέλλει τα αγγεία,
διευκολύνει την ούρηση και ιδιότητες αντιβακτηριακές, αντιοξειδωτικές,
επουλωτικές ως αντισυπτικό και περιποιητικό του δέρματος.
Στην Κίνα τσάγια από φύλλα στέβιας συνιστώνται ως ορεκτικά,
ως χωνευτικά, για απώλεια βάρους, ως δραστικά κατά των ρυτίδων του
προσώπου, ως διαιτητικά και για μείωση της επιθυμίας για κάπνισμα και
ποτό.
—Νομική κατάσταση
Η στέβια στις διάφορες μορφές της χρησιμοποιείται σε περισσότερες από 20 χώρες ως υποκατάστατο της ζάχαρης, ως συμπλήρωμα διατροφής και ως συμπλήρωμα δίαιτας. Στην Ιαπωνία και άλλες ασιατικές χώρες από τα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Στη Γαλλία εταιρείες τροφίμων πήραν έγκριση χρήσης της
Ρεμπαουδιοσίδης σε τρόφιμα από το 2008. Στην Ε.Ε. επιτρέπεται από το
2005 η χρήση της στέβιας και εκχυλισμάτων της στα καλλυντικά και στα
σιτηρέσια (ως αρωματικό συστατικό) έως ποσοστό 2 %..
Με την έγκριση χρήσης της στεβιοσίδης ως τρόφιμο-υποκατάστατο της ζάχαρης στην Αυστραλία και Ν. Ζηλανδία από τον Οκτώβριο του 2008 και στις Η.Π.Α. (από διάφορες πολυεθνικές το 2009) η χρήση και ο αριθμός των χωρών θα αυξάνονται κάθε χρόνο. Σήμερα η Κίνα είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα και η Ιαπωνία η μεγαλύτερη καταναλωτής χώρα.
Με την έγκριση χρήσης της στεβιοσίδης ως τρόφιμο-υποκατάστατο της ζάχαρης στην Αυστραλία και Ν. Ζηλανδία από τον Οκτώβριο του 2008 και στις Η.Π.Α. (από διάφορες πολυεθνικές το 2009) η χρήση και ο αριθμός των χωρών θα αυξάνονται κάθε χρόνο. Σήμερα η Κίνα είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα και η Ιαπωνία η μεγαλύτερη καταναλωτής χώρα.
Το Μάρτιο του 2010 η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA)
γνωμοδότησε σε σχετικά αιτήματα ότι η στέβια και τα προϊόντα της δεν
είναι καρκινογόνα, δεν είναι τοξικά και δεν είναι επικίνδυνα στην
ανθρώπινη αναπαραγωγή Από το Νοέμβριο του 2011 η Ε.Ε επιτρέπει τη χρήση
της στεβιοζάχαρης ως . γλυκαντικής ουσίας και ως υποκατάστατο της
ζάχαρης σε τρόφιμα και αναψυκτικά-ποτά. Δεν επιτρέπεται ακόμα η
καλλιέργεια της στέβιας αλλά αναμένεται σύντομα.
Σήμερα εκτιμάται ότι χρήση στέβιας κάθε μέρα σε διάφορες χώρες κάνουν
πάνω από 150 εκατομμύρια άνθρωποι χωρίς να παρουσιάζουν κάποιο
πρόβλημα.
Η Ε.Ε. και ο FAO έχουν ορίσει Ημερήσια Αποδεκτή Λήψη τα 4 mg/kg ισοδύναμο στεβιόλης ανά kg ζώντος βάρους.
Η παραγωγή της στέβιας μοιάζει πολύ με εκείνη του καπνού τόσο ως προς τις εδαφοκλιματικές συνθήκες,
όσο και ως προς την περίοδο καλλιέργειας (πρώτα στα σπορεία, μετά στο
χωράφι) καθώς και τις καλλιεργητικές πρακτικές (μεταφύτευση, λίπανση,
άρδευση).
Η στέβια, όπως ο καπνός, είναι φυτό που μεταφυτεύεται γι αυτό αρχίζει
με την παραγωγή των σποροφύτων στα σπορεία, παραδοσιακά, επιπλέοντ α ή
μη επιπλέοντα Η σπορά στα σπορεία, ανάλογα με την περιοχή, γίνεται
Γενάρη έως μέσα Μαρτίου.
Μετά από 40-60 μέρες τα σπορόφυτα είναι έτοιμα για μεταφύτευση με τη
μηχανή ή το χέρι στο χωράφι, τον Απρίλιο-Μάιο. Η λίπανση όπως έδειξε η
έρευνα του Π. Θεσσαλίας σε πέντε περιοχές
για δύο χρόνια και στις Αποδεικτικές καλλιέργειες για 5 χρόνια είναι
χαμηλή όπως στα Ανατολικά καπνά και τα Virginia. Οι αποστάσεις
μεταφύτευσης φαίνεται ότι πρέπει να είναι 30 Χ 75 εκ. Η στέβια είναι
ποτιστική καλλιέργεια όπως όλες οι εαρνές καλλιέργειες.
Η διαφορά από αυτές είναι ότι η στέβια θέλει συχνότερο πότισμα αλλά λιγότερο νερό
σε κάθε πότισμα από ότι άλλες καλλιέργειες. Έτσι τελικά η στέβια
δέχεται μέχρι και 30-40 % λιγότερο νερό συγκριτικά με ορισμένες άλλες
καλλιέργειες. Η συλλογή γίνεται σε ορισμένο στάδιο πριν την άνθιση και
με κοπή του υπέργειου τμήματος του φυτού, μία ή δύο και τρεις φορές,
ανάλογα με τις συνθήκες παραγωγής. Εάν μετά τη συλλογή δεν μεταφερθεί
στο εργοστάσιο εξαγωγής της στεβιοζάχαρης πράγμα που συνιστάται
οικονομικά τότε πρέπει να γίνει ξήρανση της στέβιας στη σκιά, σε
κλίβανο, ή στον ήλιο. Από οικονομική άποψη μεγάλη σημασία έχει η
ποικιλία που θα καλλιεργηθεί καθώς και η διάρκεια της παραγωγικής ζωής.
Πηγή zookomos.gr (του Πέτρου Λόλα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου